αυτοτιμωρία

αυτοτιμωρία
η самонаказание

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "αυτοτιμωρία" в других словарях:

  • αυτοτιμωρία — η το να επιβάλλει κάποιος τιμωρία στον εαυτό του …   Dictionary of Greek

  • εγκιβωτισμός — Λογοτεχνική τεχνική (στον χώρο κυρίως της αφηγηματικής πεζογραφίας), κατά την οποία ο συγγραφέας εγκαταλείπει προσωρινά την αφήγηση της κεντρικής υπόθεσης και παρεμβάλλει μια άλλη δευτερεύουσα και σχετικά αυτόνομη ιστορία, η οποία συνδέεται… …   Dictionary of Greek

  • ντισιπλίνα — και δισιπλίνα, η (Μ ντισιπλίνα και δισιπλίνα) τιμωρία μσν. αυτοτιμωρία με μαστίγιο, φραγγέλωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. disciplina «πειθαρχία, ποινή, μαστίγωση»] …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • εξιλέωση — η 1. εξευμένιση, καταπράυνση. 2. η κάθαρση της ψυχής από τα αμαρτήματα με την αυτοτιμωρία, εξαγνισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»